Απόφ.ΑΠ 1124/2012
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.20 ΚΠολΔ αναίρεση επιτρέπεται αν το δικαστήριο παραμόρφωσε το περιεχόμενο εγγράφου με το να δεχθεί πραγματικά γεγονότα προφανώς διαφορετικά από εκείνα που αναφέρονται στο έγγραφο αυτό. Παραμόρφωση, κατά την έννοια της ως άνω διάταξης, συντρέχει όταν υπάρχει διαγνωστικό σφάλμα του δικαστηρίου της ουσίας, δηλαδή στην ανάγνωση του εγγράφου (Ολ.ΑΠ 1/1999, ΑΠ 17/2011).
Η παραμόρφωση μπορεί να γίνει θετικά με τη μεταβολή του κειμένου του εγγράφου ή αρνητικά με την παράλειψη κρισίμων περικοπών (ΑΠ 1006/1994). Εξάλλου, ο ανωτέρω λόγος ιδρύεται όταν το δικαστήριο μόρφωσε τη γνώμη του αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο από το περιεχόμενο του εγγράφου (ΑΠ 484/1997) και όχι όταν το συνεκτίμησε μαζί με τις άλλες αποδείξεις, χωρίς να εξαίρεται το έγγραφο ως προς το πόρισμα περί υπάρξεως ή μη του αποδεικτέου γεγονότος (ΑΠ 715/1995).
Δεν ιδρύεται επίσης ο παραπάνω λόγος στην περίπτωση που το δικαστήριο από την εκτίμηση και αξιολόγηση του αληθινού περιεχομένου του εγγράφου, έστω και εσφαλμένως, καταλήγει σε συμπέρασμα αντίθετο από εκείνο που θεωρεί ως ορθό ο αναιρεσείων, γιατί τότε πρόκειται για αιτίαση σχετική με την εκτίμηση των πραγμάτων, η οποία δεν ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο (ΑΠ 185/1993).
Στην προκείμενη περίπτωση ο αναιρεσίων με το πρώτο λόγο αναίρεσης προβάλλει την από το άρθρο 559 αριθμ. 20 ΚΠολΔ πλημμέλεια, αποδίδοντας στο Εφετείο ότι παραμόρφωσε το περιεχόμενό της από 25-5-2005 βεβαίωσης του ορθοπαιδικού-χειρουργού ιατρού Α. Κ., που προσκόμισαν στο δικαστήριο και επικαλέσθηκαν οι αντίδικοί του σε σχέση με το ζήτημα της μόνιμης αναπηρίας που προκλήθηκε σ' αυτόν από το επίδικο αυτοκινητικό τροχαίο ατύχημα και το συναφές αίτημα για επιδίκαση σ' αυτόν αποζημίωσης κατ' άρθρο 931 ΑΚ.
Ειδικότερα το Εφετείο απέρριψε το αίτημα του ενάγοντος και ήδη αναιρεσείοντος για επιδίκαση σ' αυτόν αποζημίωσης κατ' άρθρο 931 ΑΚ ως κατ' ουσίαν αβάσιμο αναφέροντας ειδικότερα ότι από την αναφερόμενη ιατρική βεβαίωση προκύπτει ότι "δεν καταλείπεται πιθανότητα μόνιμης αναπηρίας" σε περίπτωση σπληνεκτομής (στην οποία υποβλήθηκε ο αναιρεσείων) και ότι "σε περίπου έξι μήνες θα αποκατασταθεί πλήρως η υγεία του (ενάγοντος). Ο αναιρεσείων ισχυρίζεται ότι το Εφετείο παραμόρφωσε το περιεχόμενο του ως άνω εγγράφου μη λαμβάνοντας υπόψη το κρίσιμο για την έκβαση της δίκης σχόλιο του εκδώσαντος την ανωτέρω βεβαίωση ιατρού που υπάρχει στο τέλος αυτής και σύμφωνα με το οποίο "η σπληνεκτομή μετά έξι μήνες (χρόνος αποθεραπείας) καταλείπει μόνιμη μερική ανικανότητα περίπου 10%. Πρέπει να σημειωθεί ότι επειδή ο σπλην αποτελεί το αιματολογικό εργαστήριο του οργανισμού μας υπάρχει κίνδυνος εμφάνισης λοιμώξεων, σαν επιπλοκή, με τη σπληνεκτομή". Ειδικότερα το Εφετείο δέχθηκε κατά λέξη "το αίτημα του ενάγοντος για επιδίκαση σε αυτόν αποζημίωσης κατ' άρθρο 931 ΑΚ λόγω του ότι, κατά τους ισχυρισμούς του ο τραυματισμός του και συγκεκριμένα η σπληνεκτομή στην οποία υποβλήθηκε, του προκάλεσε μόνιμη αναπηρία 25% με δυσμενείς επιπτώσεις στην κοινωνική, επαγγελματική και οικογενειακή του εξέλιξη, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο.
Κι αυτό διότι η σπληνεκτομή,στην οποία πράγματι υποβλήθηκε κατά τα προεκτεθέντα ο ενάγων, δεν προέκυψε ότι θα έχει δυσμενείς μόνιμες συνέπειες στο μέλλον του και μάλιστα ότι θα του προκαλέσει μόνιμη αναπηρία που θα έχει επίδραση στην κοινωνική, επαγγελματική και κοινωνική του ζωή. Στην προσκομιζόμενη μάλιστα από 25-5-2005 βεβαίωση του ορθοπαιδικού-χειρούργου Α. Κ. αναφέρεται ότι "συνήθως δεν καταλείπεται πιθανότητα μόνιμης αναπηρίας" σε περίπτωση σπληνεκτομής, και ότι "σε περίπου έξι μήνες θα αποκατασταθεί πλήρως η υγεία του (ενάγοντος)", (βλ. την ως άνω βεβαίωση που προσκομίζεται με επίκληση).
Επομένως το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που επεδίκασε στον ενάγοντα για την αιτία αυτή, το ποσό των 17.500 €, εσφαλμένα εκτίμησε τις αποδείξεις κατά το σχετικό σκέλος, γενομένου δεκτού ως ουσιαστικά βάσιμου του σχετικού λόγου αντέφεσης και απορριπτόμενου ως ουσιαστικά αβασίμου του σχετικού λόγου έφεσης με τον οποίο ο εκκαλών ζητεί μεγαλύτερο ποσό αποζημίωσης για την αιτία αυτή".
Από τα προεκτιθέμενα προκύπτει ότι το Εφετείο μη λαμβάνοντας υπόψη ιδιαίτερα το προμηνευόμενο κρίσιμο για την έκβαση της δίκης σχόλιο του ιατρού Κ., παραμόρφωσε το περιεχόμενο της ιατρικής βεβαίωσης αυτής, που εξαίρει για να καταλήξει στο πόρισμα ως προς τη μη αναπηρία του αναιρεσείοντος μετά την σπληνεκτομή που υποβλήθηκε. Επομένως ο πρώτος από το άρθρο 559 αρ. 20 ΚΠολΔ λόγος αναιρέσεως πρέπει να γίνει δεκτός ως βάσιμος. Μετά από τα ανωτέρω πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση εν μέρει, δηλαδή μόνο ως προς το κεφάλαιο της μη επιδίκασης στον αναιρεσείοντα αποζημίωσης κατ' άρθρο 931 ΑΚ, παρέλκει δε μετά απ' αυτά η εξέταση του ετέρου εκ του άρθρου 559 αρ.11 ΚΠολΔ λόγου αναίρεσης με τον οποίο πλήττεται το ίδιο κεφάλαιο. Στη συνέχεια πρέπει να παραπεμφθεί η υπόθεση προς νέα εκδίκαση κατά το παραπάνω αναιρούμενο μέρος της στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση είναι δυνατή από άλλους δικαστές, εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 580 παρ.3 ΚΠολΔ, όπως ίσχυε πριν την τροποποίηση του με το ν. 4055/2012). Τέλος πρέπει να καταδικασθούν οι αναιρεσίβλητοι στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος (άρθρα 176 και 183 ΚΠολΔ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Αναιρεί την υπ'αρ.705/2010 απόφαση του Εφετείου Λάρισας κατά το αναφερόμενο στο σκεπτικό μέρος.
Παραπέμπει την υπόθεση για νέα εκδίκαση κατά το παραπάνω αναιρούμενο μέρος της στο ίδιο δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές, εκτός από εκείνους που δίκασαν προηγουμένως. Και Καταδικάζει τους αναιρεσιβλήτους στα δικαστικά έξοδα του αναιρεσείοντος, που ορίζει σε δύο χιλιάδες επτακόσια (2.700) ευρώ. Κρίθηκε.
