Σύσταση και λειτουργία μη κερδοσκοπικού σωματείου:
Τα νομικά πρόσωπα διακρίνονται, ανάλογα με τη φύση τους, σε δύο κατηγορίες: τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και αυτά του ιδιωτικού δικαίου. Σε σχέση με τα τελευταία, η διάταξη του άρθρου 61 του Αστικού Κώδικα, τα προσδιορίζει ως ενώσεις προσώπων ή περιουσιακών συνόλων (ιδρύματα) που συστήνονται για την επίτευξη ή αντίστοιχα την εξυπηρέτηση ορισμένου σκοπού και μπορούν να αποκτήσουν νομική προσωπικότητα υπό τις προϋποθέσεις που τάσσει ο νόμος.
Η κυριότερη μορφή νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου είναι οι εταιρείες, με τη σύσταση των οποίων οι συμβαλλόμενοι αποβλέπουν στην ανάπτυξη εμπορικής δραστηριότητας και συνακόλουθα στην επίτευξη κερδοσκοπικού σκοπού. Εντούτοις, υπάρχουν δύο ακόμη είδη νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, τα ιδρύματα και τα σωματεία, η σύσταση των οποίων τείνει στην επίτευξη ή προαγωγή μη κερδοσκοπικού σκοπού.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 78 ΑΚ, σωματείο είναι η ένωση είκοσι (20) τουλάχιστον προσώπων που επιδιώκει μη κερδοσκοπικό σκοπό και η οποία αποκτά νομική προσωπικότητα με την εγγραφή της σε ειδικό δημόσιο βιβλίο (το βιβλίο σωματείων) που τηρείται στο Μονομελές Πρωτοδικείο της έδρας του. Για την εγγραφή του σωματείου στο βιβλίο αυτό υποβάλλεται σχετική αίτηση ενώπιον του ανωτέρω δικαστήριο, η οποία και συζητείται κατά την εκουσία δικαιοδοσία.
Στην αίτηση αυτή επισυνάπτονται η συστατική πράξη, τα ονόματα των μελών της διοίκησης και το καταστατικό με τις υπογραφές των μελών και με χρονολογία. Στην δε υποβολή της αίτησης νομιμοποιείται να προβεί, εκτός από τους ιδρυτές, ενεργούντες από κοινού, ή τα μέλη της προσωρινής διοίκησης του υπό σύσταση σωματείου, και εκπρόσωπος που ενεργεί εν προκειμένω για λογαριασμό του υπό σύσταση σωματείου. Αναγκαίο περιεχόμενο της αίτησης, αποτελούν, μεταξύ άλλων, η αναφορά της έδρας του σωματείου, η υπογραφή της έγγραφης συστατικής πράξης και του καταστατικού (που μπορούν να συνενώνονται σε ενιαία πράξη) από τα είκοσι ιδρυτικά μέλη, καθώς και διακριτό αίτημα περί αναγνώρισης του υπό σύσταση σωματείου, το οποίο πρέπει απαραίτητα να συνοδεύει το αίτημα περί εγγραφής του στο ειδικό βιβλίο του Πρωτοδικείου.
Η τήρηση των ως άνω διατάξεων, οι οποίες είναι αναγκαστικού δικαίου, ελέγχονται αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο κατά την εκδίκαση της αίτησης, στα πλαίσια του ελέγχου νομιμότητας, στον οποίον αποκλειστικά και μόνο αυτό προβαίνει, ενώ, σε περίπτωση που διαπιστωθεί έλλειψή τους, η αίτηση απορρίπτεται ως μη νόμιμη.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 83 ΑΚ, το σωματείο αποκτά νομική προσωπικότητα από τη στιγμή που θα εγγραφεί στο βιβλίο του Πρωτοδικείου, πράγμα που γίνεται με την τελεσιδικία της απόφασης που διατάζει την εγγραφή του. Επιπλέον, η απόφαση του δικαστηρίου διατάσσει και τη δημοσίευση στον τύπο περίληψης του καταστατικού του σωματείου με τα ουσιώδη στοιχεία του.
Η εγγραφή στο βιβλίο σωματείων περιλαμβάνει το όνομα και την έδρα του σωματείου, τη χρονολογία του καταστατικού, τα μέλη της διοίκησης του καθώς και τους όρους που την περιορίζουν. Ομοίως, κάθε τροποποίηση του καταστατικού ισχύει μόνο αφότου εγγραφεί στο οικείο βιβλίο, ενώ σε περίπτωση διάλυσής του σωματείου η επέλευσή της σημειώνεται δίπλα στην εγγραφή του μαζί με τα ονόματα των εκκαθαριστών.
Η εγγραφή στο βιβλίο σωματείων περιλαμβάνει το όνομα και την έδρα του σωματείου, τη χρονολογία του καταστατικού, τα μέλη της διοίκησης του καθώς και τους όρους που την περιορίζουν.
Ένα σημαντικό πρακτικά ζήτημα αφορά την περίπτωση της αδυναμίας διοίκησης του σωματείου, λόγω είτε της επιγενόμενης έλλειψης των προσώπων που απαιτούνται για την άσκησή της, με συνέπεια τη διαρκή ή μακρά αδυναμία ή ανικανότητα διαχείρισης των υποθέσεων του, είτε της σύγκρουσης των συμφερόντων των ανωτέρω φυσικών προσώπων προς εκείνα του νομικού προσώπου. Στις περιπτώσεις αυτές εφαρμόζεται το άρθρο 69 ΑΚ, περί διορισμού προσωρινής διοίκησης του σωματείου, με απόφαση του Προέδρου πρωτοδικών, και ήδη του Μονομελούς Πρωτοδικείου, σύμφωνα με τα άρθρα 739 και 740 παρ. 1 ΚΠολΔ, ύστερα από αίτηση όποιου έχει έννομο συμφέρον.
Εξάλλου, σε περίπτωση που κάποια απόφαση της συνέλευσης του σωματείου καθίσταται ακυρώσιμη, λόγω αντίθεσής της στο νόμο ή στο καταστατικό του (πχ λήψη απόφασης χωρίς την απαιτουμένη απαρτία ή πλειοψηφία), το άρθρο 101 ΑΚ παρέχει το δικαίωμα άσκησης αγωγής στα μέλη που δεν συναίνεσαν στη λήψη της ή σε όποιον άλλον έχει έννομο συμφέρον, με αίτημα την κήρυξη της ακυρότητας της απόφασης. Η αγωγή αυτή ασκείται εντός προθεσμίας έξι μηνών από την απόφαση της συνέλευσης, η δε δικαστική απόφαση που κηρύσσει την ακυρότητα ισχύει έναντι όλων, εντούτοις, μέχρι την τελεσιδικία της, η απόφαση της συνέλευσης παράγει κανονικά τα έννομα αποτελέσματά της.
Ειδική περίπτωση που συνδυάζει πρακτικά το ρυθμιστικό πλαίσιο των ανωτέρω θεμάτων αποτελεί η τελεσίδικη ακύρωση των αρχαιρεσιών του σωματείου, που ουσιαστικά αποτελεί έλλειψη διοίκησής του. Με αυτό δε το δεδομένο, σε περίπτωση που υποβληθεί στο δικαστήριο αίτηση διορισμού προσωρινής διοίκησης πριν την τελεσίδικη ακύρωση της απόφασης της συνέλευσης περί αρχαιρεσιών, αυτή απορρίπτεται, διότι η έλλειψη διοίκησης θα ανακύψει με την τελεσίδικη ακύρωση των αρχαιρεσιών, δοθέντος ότι μέχρι τότε η απόφαση της συνέλευσης περί αρχαιρεσιών παράγει τα έννομα αποτελέσματά της και θεμελιώνει νομικά το νέο διοικητικό συμβούλιο, εκτός κι αν εχώρησε αναστολή εκτέλεσής της.
Το σωματείο διαλύεται, μετά από αίτηση της διοίκησης ή του ενός πέμπτου των μελών του ή και της εποπτεύουσας αρχής, με απόφαση του αρμόδιου κατά τόπον πρωτοδικείου για τους λόγους που αναφέρονται στο άρθρο 105 ΑΚ, ανάμεσα στους οποίους είναι και η επιδίωξη διαφορετικού σκοπού από εκείνον που καθορίζει το καταστατικό ή «αν ο σκοπός ή η λειτουργία του σωματείου έχουν καταστεί παράνομοι ή ανήθικοι ή αντίθετοι προς τη δημόσια τάξη».
Συνεπώς, παρά το γεγονός ότι το σωματείο αποκτά νομική προσωπικότητα με την τελεσίδικη δικαστική αναγνώρισή του και την εγγραφή του στα οικεία βιβλία, ο νομοθέτης προέκρινε την αναγκαιότητα της διάλυσής του σε περίπτωση που αυτό εκτραπεί του αρχικού του σκοπού, χωρίς η δικαστική απόφαση που διατάσει τη διάλυση να προσκρούει στο δεδικασμένο από την απόφαση περί αναγνώρισης του.
|