Αριθμός 808/2012
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, με τις κρινόμενες αιτήσεις, για την άσκηση των οποίων δεν απαιτείται κατά νόμον η καταβολή παραβόλου, το Ελληνικό Δημόσιο και το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α., ήδη δε Ι.Κ.Α. - Ε.Τ.Α.Μ.) ζητούν παραδεκτώς την αναίρεση της 884/2002 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή έγινε δεκτή έφεση του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.), εξαφανίστηκε η 1158/2000 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και, ακολούθως, έγινε δεκτή προσφυγή του Ν.Α.Τ., ακυρώθηκε η Φ.61/21/1996 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και κρίθηκε ότι αρμόδιος ασφαλιστικός οργανισμός για να επιληφθεί του συνταξιοδοτικού αιτήματος του ... ......... ήταν το Ι.Κ.Α. Με την πιο πάνω πρωτόδικη απόφαση είχε γίνει δεκτή τριτανακοπή του Ι.Κ.Α., είχε εξαφανιστεί η 11943/1998 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και είχε απορριφθεί προσφυγή του Ν.Α.Τ. κατά της ανωτέρω υπουργικής απόφασης.
2. Επειδή, οι υποθέσεις παραπέμφθηκαν λόγω της σπουδαιότητάς τους στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος με την 199/2010 απόφαση του Τμήματος υπό πενταμελή σύνθεση (άρθρο 14 παρ. 5 π.δ. 18/1989 - Α΄ 8).
3. Επειδή, οι κρινόμενες αιτήσεις είναι συνεκδικαστέες, διότι στρέφονται κατά της αυτής απόφασης.
4. Επειδή, το άρθρο 2 του ν.δ. 4202/1961 (Α΄ 175), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 9 παρ. 1 του ν. 1405/1983 (Α΄ 180) ορίζει ότι: «1. Τα πρόσωπα τα οποία ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ασφαλιστικούς οργανισμούς δικαιούνται σύνταξη από τον τελευταίο οργανισμό στον οποίο ήταν ασφαλισμένα, όταν επαλήθευσε ο ασφαλιστικός κίνδυνος, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του οργανισμού αυτού, εφόσον πραγματοποίησαν χίλιες πεντακόσιες ημέρες εργασίας ή πέντε ολόκληρα έτη στην ασφάλισή του είτε στην τελευταία χρονική περίοδο της απασχόλησής τους είτε σε προγενέστερη περίοδο, οποτεδήποτε. Ως νομοθεσία του οργανισμού για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής καθώς και των επόμενων παραγράφων 2 και 3 νοούνται οι διατάξεις που ορίζουν τον απαιτούμενο για τη συνταξιοδότηση χρόνο, την ηλικία, την αναπηρία και το θάνατο. Ειδικές διατάξεις που αφορούν στην ύπαρξη ενεργού ασφαλιστικού δεσμού, στη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας σε δεδομένο χρόνο σε σχέση με το χρόνο διακοπής της εργασίας, στην παραγραφή κ.λπ. δεν ισχύουν για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. 2. Αν ο ασφαλισμένος δεν πραγματοποίησε, όταν επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος χίλιες πεντακόσιες ημέρες εργασίας ή πέντε έτη στην ασφάλιση του τελευταίου οργανισμού, δικαιούται σύνταξη από τον οργανισμό στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες εργασίας, εφόσον όμως συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του. 3. Αν ο ασφαλισμένος δεν συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του οργανισμού στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες εργασίας ή έτη ασφάλισης, τότε το δικαίωμα του ασφαλισμένου κρίνεται από τους άλλους οργανισμούς στους οποίους ασφαλίστηκε, κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών εργασίας ή ετών ασφάλισης, εκτός από τον τελευταίο. Αν ο ασφαλισμένος δεν συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία όλων των οργανισμών στους οποίους ασφαλίστηκε πριν από τον τελευταίο, τότε ο τελευταίος οργανισμός είναι αρμόδιος για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος και αναπηρίας, εφόσον ο ασφαλισμένος πραγματοποίησε στην ασφάλισή του 1.000 ημέρες εργασίας και για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω θανάτου, εφόσον ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει στην ασφάλισή του οποτεδήποτε 300 ημέρες εργασίας. 4. Ολόκληρος ο χρόνος της διαδοχικής ασφάλισης υπολογίζεται από τον αρμόδιο για την απονομή της σύνταξης οργανισμό ως χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλισή του, τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, όσο και για τον καθορισμό του ποσού της σύνταξης. 5. …». Οι διατάξεις αυτές αντικαταστάθηκαν ως εξής με το άρθρο 14 παρ. 1 του ν. 1902/1990 (Α΄ 138): «1. Τα πρόσωπα, τα οποία ασφαλίστηκαν διαδοχικά σε περισσότερους από έναν ασφαλιστικούς οργανισμούς, δικαιούνται σύνταξη από τον τελευταίο οργανισμό, στον οποίο ήταν ασφαλισμένα κατά την τελευταία χρονική περίοδο της απασχόλησής τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της νομοθεσίας του οργανισμού αυτού, εφ` όσον πραγματοποίησαν πέντε ολόκληρα έτη ή χίλιες πεντακόσιες ημέρες εργασίας στην ασφάλισή του, εκ των οποίων όμως 20 μήνες ή 500 ημέρες αντίστοιχα κατά την τελευταία πενταετία, πριν τη διακοπή της απασχόλησης ή την υποβολή της αίτησης. Ως νομοθεσία του οργανισμού, για την εφαρμογή της παραγράφου αυτής καθώς και των επομένων παραγράφων 2 και 3, νοούνται οι διατάξεις που ορίζουν τον απαιτούμενο για τη συνταξιοδότηση χρόνο, την ηλικία, την αναπηρία και το θάνατο. Ειδικές διατάξεις, που αφορούν στην ύπαρξη ενεργού ασφαλιστικού δεσμού, στη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας σε δεδομένο χρόνο σε σχέση με το χρόνο διακοπής της απασχόλησης, στην παραγραφή κ.λπ., δεν λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή της παρούσας παραγράφου. 2. Αν ο ασφαλισμένος πραγματοποίησε στην ασφάλιση του τελευταίου οργανισμού τον αριθμό εργασίας ή των ετών ασφάλισης, που ορίζονται από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, αλλά στην περίπτωση αυτή δεν έχει πραγματοποιήσει τον απαιτούμενο από τη νομοθεσία του τελευταίου οργανισμού χρόνο ασφάλισης για τη συνταξιοδότησή του λόγω γήρατος ή αναπηρίας ή των μελών της οικογένειάς του λόγω θανάτου ή δεν πραγματοποίησε στην ασφάλιση του τελευταίου οργανισμού τον αριθμό ημερών εργασίας ή ετών ασφάλισης που ορίζονται από τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, δικαιούνται σύνταξη αυτός ή τα μέλη της οικογένειάς του από τον οργανισμό, στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες εργασίας ή έτη ασφάλισης, στον οποίο δεν περιλαμβάνεται ο τελευταίος, εφ’ όσον: α. o ασφαλισμένος που απαιτεί τη συνταξιοδότησή του λόγω γήρατος ή αναπηρίας έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας ή είναι ανάπηρος με το ποσοστό αναπηρίας που προβλέπεται από τη νομοθεσία του τελευταίου οργανισμού, β. πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις για συνταξιοδότηση που προβλέπει η νομοθεσία του οργανισμού με τον περισσότερο χρόνο ασφάλισης.
3. Αν ο ασφαλισμένος δεν συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία του οργανισμού, στην ασφάλιση του οποίου πραγματοποίησε τις περισσότερες ημέρες εργασίας ή έτη ασφάλισης, τότε το δικαίωμα του ασφαλισμένου κρίνεται από τους άλλους οργανισμούς, στους οποίους ασφαλίσθηκε κατά φθίνουσα σειρά αριθμού ημερών εργασίας, εκτός από τον τελευταίο. Αν ο ασφαλισμένος δεν συγκεντρώνει τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης που προβλέπει η νομοθεσία όλων των οργανισμών, στους οποίους ασφαλίσθηκε πριν από τον τελευταίο, τότε ο τελευταίος οργανισμός είναι αρμόδιος για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω γήρατος και αναπηρίας, εφ’ όσον ο ασφαλισμένος πραγματοποίησε στην ασφάλισή του 1000 ημέρες εργασίας ή 40 μήνες ασφάλισης, εκ των οποίων 300 ημέρες εργασίας ή 12 μήνες ασφάλισης αντιστοίχως την τελευταία πενταετία και για την κρίση του δικαιώματος σύνταξης λόγω θανάτου, εφ’ όσον ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει στην ασφάλισή του οποτεδήποτε 300 ημέρες εργασίας.
4. Ολόκληρος ο χρόνος της διαδοχικής ασφάλισης υπολογίζεται από τον αρμόδιο για την απονομή της σύνταξης οργανισμό ως χρόνος που διανύθηκε στην ασφάλισή του, τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος, όσο και για τον καθορισμό της σύνταξης και δεν είναι δυνατή η προσμέτρηση μόνο μέρους του χρόνου που διανύθηκε στην ασφάλιση του κάθε οργανισμού». Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 43 παρ. 6 του ίδιου ν. 1902/1990 «Οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν ισχύουν για το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο, τον Οίκο Ναύτου και γενικά για τους εργαζόμενους επί πλοίων. Στις περιπτώσεις αυτές εξακολουθεί να εφαρμόζεται η νομοθεσία που ισχύει σήμερα». Η τελευταία αυτή ρύθμιση έπαυσε να ισχύει μετά την έναρξη ισχύος της παρ. 15 του άρθρου 1 του ν. 3232/2004 (Α΄ 48)? η διάταξη αυτή επεκτείνει μεν την εφαρμογή του άρθρου 14 του ν. 1902/1990 και στο Ν.Α.Τ., δεν καταλαμβάνει όμως την επίδικη περίπτωση.
5. Επειδή, από τις διατάξεις που μνημονεύθηκαν στην προηγούμενη σκέψη προκύπτει ότι, αν στους ασφαλιστικούς οργανισμούς που εμπλέκονται στη διαδικασία της διαδοχικής ασφάλισης περιλαμβάνεται το Ν.Α.Τ., δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 14 παρ. 1 του ν. 1902/1990 αλλά η διαδικασία ρυθμίζεται, ως προς όλους τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, στους οποίους περιλαμβάνεται και το Ι.Κ.Α., από τις διατάξεις του άρθρου 9 παρ. 1 του ν. 1405/1983 (Σ.τ.Ε. 3345/2001, 1959/2006, 7, 2354, 2359, 3046/2007, 225, 3705/2009).
6. Επειδή, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά τα ακόλουθα: Ο .... ..............., που γεννήθηκε στις 18.9.1948, πραγματοποίησε στην ασφάλιση του Ι.Κ.Α. 4375 ημέρες εργασίας από το έτος 1964 έως 10.12.1994, από τις οποίες 222 κατά την τελευταία πενταετία πριν από τη διακοπή της ασφάλισής του, και στην ασφάλιση του Ν.Α.Τ. 1564 ημέρες εργασίας από 21.8.1971 έως 6.11.1987. Με την από 16.2.1995 αίτησή του ζήτησε από το Ι.Κ.Α., ως τελευταίο ασφαλιστικό οργανισμό, να του χορηγήσει σύνταξη λόγω αναπηρίας, σύμφωνα με τις διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης με συμμετοχή του Ν.Α.Τ. στη δαπάνη συνταξιοδότησής του. Η αίτηση απορρίφθηκε με την 6657/1995 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Πειραιώς, με το αιτιολογικό ότι το Ι.Κ.Α., παρότι ήταν ο τελευταίος ασφαλιστικός οργανισμός, στον οποίο ήταν ασφαλισμένος ο αιτών κατά την επέλευση του ασφαλιστικού κινδύνου, ήταν αναρμόδιο να κρίνει το συνταξιοδοτικό του αίτημα, καθόσον αυτός είχε μεν πραγματοποιήσει στην ασφάλισή του 1500 ημέρες εργασίας, δεν είχε όμως πραγματοποιήσει τις 500 από αυτές κατά την τελευταία πενταετία πριν από τη διακοπή της απασχόλησής του ή πριν από την υποβολή της αίτησης. Κατόπιν τούτου, η αίτηση παραπέμφθηκε στο Ν.Α.Τ., ως οργανισμό στον οποίο ο ασφαλισμένος είχε πραγματοποιήσει τις περισσότερες ημέρες ασφάλισης, απορρίφθηκε όμως με την 3852/1995 απόφαση του Διευθυντή Παροχών του Ταμείου τούτου με την αιτιολογία ότι ο ασφαλισμένος δεν πληρούσε τις κατά τη νομοθεσία του χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης, δηλαδή είχε μεν πραγματοποιήσει δεκαπενταετή συνθετική ναυτική υπηρεσία, όχι όμως και πενταετή πραγματική ναυτική υπηρεσία, η οποία απαιτείται για την παρεχόμενη από το Ν.Α.Τ. ελάχιστη ασφαλιστική προστασία. Στη συνέχεια, επιλήφθηκε του ανωτέρω συνταξιοδοτικού αιτήματος, μετ’ αναπομπή από το Ν.Α.Τ., και πάλι το Ι.Κ.Α., το οποίο απέρριψε εκ νέου το αίτημα με την 942/1996 απόφαση του Διευθυντή του Υποκαταστήματος Ι.Κ.Α. Πειραιώς με το αιτιολογικό ότι μη νόμιμα το Ν.Α.Τ. είχε απαιτήσει για την απονομή σύνταξης να έχει ο ασφαλισμένος πραγματοποιήσει πενταετή πραγματική ναυτική υπηρεσία, προϋπόθεση ασυμβίβαστη, κατ’ αυτό, με το θεσμό της διαδοχικής ασφάλισης. Κατόπιν τούτων και ύστερα από προσφυγή της συζύγου του ασφαλισμένου - δεδομένου ότι αυτός είχε αποβιώσει στις 5.4.1995 - επελήφθη της υπόθεσης ο Υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο οποίος με την Φ.61/21/1996 απόφασή του έκρινε ότι αρμόδιος φορέας να επιληφθεί του συνταξιοδοτικού αιτήματος ήταν το Ν.Α.Τ., εφόσον στην ασφάλιση του φορέα αυτού ο ασφαλισμένος είχε πραγματοποιήσει δεκαπενταετή συνθετική ναυτική υπηρεσία. Προσφυγή του Ν.Α.Τ. κατά της απόφασης αυτής έγινε δεκτή με την 11943/1998 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών με το σκεπτικό ότι ο ασφαλισμένος είχε μεν πραγματοποιήσει δεκαπενταετή συνθετική ναυτική υπηρεσία, όχι όμως και πενταετή πραγματική ναυτική υπηρεσία και ότι, ως εκ τούτου, αρμόδιος φορέας δεν ήταν το Ν.Α.Τ. αλλά το Ι.Κ.Α. Κατά της απόφασης αυτής το Ι.Κ.Α. άσκησε τριτανακοπή, η οποία έγινε δεκτή με την 1158/2000 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, με την αιτιολογία ότι αρμόδιος φορέας για τη συνταξιοδότηση του ασφαλισμένου ήταν το Ν.Α.Τ. και όχι το Ι.Κ.Α., δεδομένου ότι στο Ι.Κ.Α., που ήταν ο τελευταίος ασφαλιστικός φορέας, ο ανωτέρω δεν είχε πραγματοποιήσει 500 ημέρες ασφάλισης κατά την τελευταία πενταετία πριν από τη διακοπή της απασχόλησής του, ενώ στο Ν.Α.Τ. (προηγούμενο φορέα) είχε συμπληρώσει τις προβλεπόμενες από τη νομοθεσία του χρονικές προϋποθέσεις (άρθρο 38 ν. 1085/1980), δηλαδή είχε πραγματοποιήσει δεκαπενταετή συνθετική ναυτική υπηρεσία, χωρίς να προαπαιτείται η συμπλήρωση πενταετούς πραγματικής ναυτικής υπηρεσίας. Κατά της απόφασης αυτής το Ν.Α.Τ. άσκησε έφεση. Το διοικητικό εφετείο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δέχτηκε ότι, στην προκειμένη περίπτωση, δεν είχαν εφαρμογή, σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 6 του ν. 1902/1990, οι περί διαδοχικής ασφάλισης διατάξεις του άρθρου 14 αυτού αλλά οι διατάξεις του άρθρου 9 του ν. 1405/1983. Ενόψει τούτων και δεδομένου ότι ο ασφαλιστικός κίνδυνος (αναπηρία) του ασφαλισμένου είχε επέλθει κατά το χρόνο που αυτός ήταν ασφαλισμένος στο Ι.Κ.Α. (τελευταίο ασφαλιστικό οργανισμό), είχε δε μέχρι τη διακοπή της ασφαλιστέας απασχόλησής του συμπληρώσει περισσότερες από 1500 ημέρες εργασίας (4375), αρμόδιος φορέας για να αποφανθεί επί του συνταξιοδοτικού του αιτήματος ήταν το Ι.Κ.Α. και όχι το Ν.Α.Τ. Με τις σκέψεις αυτές το διοικητικό εφετείο έκανε δεκτή την έφεση του Ν.Α.Τ., εξαφάνισε την εκκληθείσα 1158/2000 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και, ακολούθως, έκανε δεκτή την προσφυγή του Ν.Α.Τ. και ακύρωσε την Φ.61/21/1996 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
7. Επειδή, η κρίση αυτή του διοικητικού εφετείου είναι ορθή, σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στην πέμπτη σκέψη. Κατά συνέπεια, οι κρινόμενες αιτήσεις, με τις οποίες τα αναιρεσείοντα Δημόσιο και Ι.Κ.Α.- Ε.ΤΑ.Μ. προβάλλουν διαφορετική ερμηνευτική εκδοχή των κρίσιμων εν προκειμένω διατάξεων που μνημονεύθηκαν στην τέταρτη σκέψη, και ειδικότερα του άρθρου 43 παρ. 6 του ν. 1902/1990, πρέπει να απορριφθούν.
8. Επειδή, το Δικαστήριο, εκτιμώντας τις περιστάσεις κρίνει ότι τα αναιρεσείοντα Δημόσιο και Ι.Κ.Α.- Ε.Τ.Α.Μ. πρέπει να απαλλαγούν από τη δικαστική δαπάνη του Ν.Α.Τ. (άρθρο 39 παρ. 1 π.δ. 18/1989).
Διά ταύτα
Απορρίπτει τις αιτήσεις.
Απαλλάσσει το Ελληνικό Δημόσιο και το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων - Ενιαίο Ταμείο Ασφάλισης Μισθωτών από τη δικαστική δαπάνη του Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 12 Ιανουαρίου 2012 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 5ης Μαρτίου 2012.
Ο Πρόεδρος του Α΄ Τμήματος Η Γραμματέας του Α΄ Τμήματος
(ΠΗΓΗ: LAWDB.INTRASOFTNET.COM - NOMOS)