Άμεσος Δόλος
Άμεσος δόλος – υποβολή δήλωσης περιουσιακής κατάστασης με ανακριβή στοιχεία κατ’ εξακολούθηση από δικαστικό λειτουργό – ανεπαρκής η αιτιολογία αν το σκεπτικό δεν αναφέρει σαφώς πραγματικά περιστατικά ή αποτελεί απλή επανάληψη του διατακτικού – αναιρεί

Απόφαση: 438/2011 - Ε' Τμήμα - Άρειος Πάγος

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 24 περ. ιβ' του Ν. 2429/1996, στα πρόσωπα που υποχρεούνται να υποβάλουν στον αρμόδιο Αντεισαγγελέα του...δήλωση της περιουσιακής τους καταστάσεως, περιλαμβάνονται και οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί. Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 25 του ίδιου Ν. 2429/1996, η δήλωση περιουσιακής κατάστασης περιέχει λεπτομερώς τα υφιστάμενα κατά τον χρόνο της υποβολής περιουσιακά στοιχεία. Ως περιουσιακά στοιχεία δηλώνονται: α) Τα ακίνητα, καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, με ακριβή προσδιορισμό τους, β) Τα πλωτά μέσα, τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης οχήματα, γ) Η συμμετοχή σε κάθε είδους επιχείρηση, δ) Τα χρεόγραφα και οι καταθέσεις σε τράπεζες, ταμιευτήρια ή άλλα πιστωτικά ιδρύματα, ε) Τα εισοδήματα και οι οικονομικές ενισχύσεις από κάθε πηγή κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος.

Εξάλλου, κατά τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 27 του ιδίου Ν. 2429/1996, ελεγχόμενος που παραλείπει να υποβάλει την κατά τα άρθρα 24 και 25 δήλωση ή υποβάλλει εν γνώσει του ανακριβή στοιχεία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή. Στον υπαίτιο επιβάλλεται και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων από ένα (1) έως τέσσερα (4) έτη. Στη συνέχεια οι παραπάνω διατάξεις και γενικώς όλες οι ρυθμίσεις που περιείχαν τα άρθρα 24 έως και 29 του πιο πάνω νόμου 2429/1996 επαναδιατυπώθηκαν στα άρθρα 1 μέχρι και 4 του Ν. 3213/2003 "Δήλωση και έλεγχος περιουσιακής κατάστασης βουλευτών, δημοσίων λειτουργών κ.λ.π.", του οποίου η ισχύς άρχισε από τη δημοσίευση του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (31.12.2003) και ο οποίος με το άρθρο 12 παρ. 1 αυτού, κατήργησε τα παραπάνω άρθρα 24 έως και 29 του πρώτου νόμου (Ν. 2429/1996). Έτσι στο νέο Ν. 3213/2003, με το άρθρο 1 παρ, 1 περ. ια' ορίστηκε, ότι δήλωση της περιουσιακής τους κατάστασης και της περιουσιακής κατάστασης των συζύγων τους και των ανηλίκων τέκνων τους υποβάλλουν και οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί, με το άρθρο 2 παρ. 1α αυτού προσδιορίσθηκε το περιεχόμενο της δήλωσης περιουσιακής κατάστασης, η οποία, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, πρέπει να περιέχει, λεπτομερώς, τα υφιστάμενα κατά το χρόνο υποβολής της περιουσιακά στοιχεία, όπως είναι, ιδίως, τα έσοδα από κάθε πηγή κατά τα τρία τελευταία οικονομικά έτη πριν από την αρχική υποβολή της δήλωσης και κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος για τις μετέπειτα υποβαλλόμενες δηλώσεις, τα ακίνητα, καθώς και τα εμπράγματα δικαιώματα σε αυτά, οι μετοχές, τα ομόλογα, τα μερίδια αμοιβαίων κεφαλαίων κάθε είδους και τα παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα, οι καταθέσεις σε τράπεζες ταμιευτήρια και άλλα πιστωτικά ιδρύματα, τα πλωτά και τα εναέρια μεταφορικά μέσα, καθώς και τα κάθε χρήσης οχήματα και η συμμετοχή σε κάθε είδους επιχείρηση. Ακόμη, με τη διάταξη του άρθρου 4 παρ. 3 του ίδιου Ν. 3213/2003 ορίστηκε ότι ελεγχόμενος, που παραλείπει να υποβάλει την κατά τα άρθρα 1 και 2 δήλωση ή υποβάλει εν γνώσει του ανακριβή στοιχεία, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον δύο (2) ετών και με χρηματική ποινή.

Στον υπαίτιο επιβάλλεται και στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων από ένα (1) έως τέσσερα (4) έτη. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 27 παρ.2 εδ. α' του ΠΚ, "όπου ο νόμος απαιτεί να έχει τελεστεί η πράξη εν γνώσει ορισμένου περιστατικού, δεν αρκεί ο ενδεχόμενος δόλος". Από τις παραπάνω διατάξεις και ειδικότερα, εκείνη του άρθρου 27 παρ. 3 εδ. τελ. Ν. 2429/96} σε συνδυασμό με αυτή του άρθρου 27 παρ.2 α ΠΚ, προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της υποβολής δηλώσεως περιουσιακής καταστάσεως με εν γνώσει ανακριβή στοιχεία απαιτείται, αντικειμενικώς, η απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων, υποκειμενικώς δε δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει τη γνώση με την έννοια της βεβαιότητας (εντελούς γνώσης-επίγνωσης), ότι τα υπάρχοντα περιουσιακά στοιχεία δεν έχουν συμπεριληφθεί στην ανωτέρω δήλωση του σύμφωνα προς την ενδόμυχη πεποίθηση του και τη θέληση του υπόχρεου προς δήλωση να προβεί στην πράξη, με την οποία πραγματώνεται η αντικειμενική υπόσταση του εν λόγω εγκλήματος.

Επομένως, στο εν λόγω έγκλημα της υποβολής δηλώσεως περιουσιακής καταστάσεως, στην οποία ο υπόχρεος δράστης δήλωσε εν γνώσει του ανακριβή στοιχεία, η αιτιολογία, της καταδικαστικής αποφάσεως^ εκτός από τα περιστατικά που απαρτίζουν κατά νόμο την έννοια του εγκλήματος και την τέλεση της πράξεως εν γνώσει ορισμένων περιστατικών, διότι απαιτείται άμεσος δόλος από μέρους του υπαιτίου και δεν αρκεί απλός ή ο ενδεχόμενος δόλος, πρέπει να εκτείνεται και στη γνώση αυτή της ανακρίβειας και παραλείψεως δηλώσεως περιουσιακών στοιχείων, με παράθεση των περιστατικών που δικαιολογούν τη διαληφθείσα γνώση και την ηθελημένη ενέργεια αποκρύψεως περιουσιακών στοιχείων εν γνώσει του δράστη ότι υποβάλλει ανακριβή δήλωση περιουσιακής καταστάσεως.

Έλλειψη της απαιτούμενης από τα άρθρα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας της δικαστικής αποφάσεως, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως υπάρχει όταν δεν αναφέρονται σε αυτή με πληρότητα και σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά που λήφθηκαν υπόψη από το δικαστήριο για το σχηματισμό της κρίσης του περί της συνδρομής των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος οι αποδείξεις από τις οποίες προέκυψαν τα περιστατικά αυτά και οι σκέψεις με τις οποίες έγινε η υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις που εφαρμόστηκαν. Εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε του ΚΠΔ λόγο αναιρέσεως υπάρχει όχι μόνο όταν το δικαστήριο της ουσίας δεν υπάγει σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ως αποδεδειγμένα στη διάταξη που εφαρμόστηκε αλλά και όταν η διάταξη αυτή παραβιάστηκε εκ πλαγίου, όταν δηλαδή στο πόρισμα της απόφασης, που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος από τον ...της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσης.

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό της προσβαλλόμενης 2604/ 2009 απόφασης, το..., από τα αποδεικτικά μέσα που κατ' είδος προσδιορίζονται σε αυτήν δέχθηκε ανελέγκτως ότι "Ο κατηγορούμενος, ενώ όφειλε ως δικαστικός λειτουργός να υποβάλει κάθε έτος δήλωση περιουσιακής κατάστασης των ν. 2424/1996 και 3213/2003, που να περιέχει λεπτομερώς τα υπάρχοντα κατά το χρόνο υποβολής περιουσιακά του στοιχεία, αυτός υπέβαλε στον αρμόδιο για τον έλεγχο των δηλώσεων Αντεισαγγελέα του ΑΠ δήλωση περιουσιακής κατάστασης με χρονολογίες 20-5-2003, 25-5-2004 και 24-5-2005 για τα αντίστοιχα έτη 2003, 2004 και 2005 οι οποίες εν γνώσει του είχαν ανακριβές περιεχόμενο και ειδικότερα: Α)Στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης του έτους 2003, την οποία υπέβαλε ως...στις 20-5-2003, δεν διέλαβε τις εξής οικονομικές ενισχύσεις και καταθέσεις : Τα ποσά των 500, 300 και 1.000 ευρω που εμβάστηκαν στις 4-7-2002, 24-7-2002 και 13-12-2002, αντίστοιχα, από τον...στον κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου με αρ. ... (εφεξής 1ος λογαριασμός ΑΤΕ). Τα ποσά των 2.500 και και 2.000 ευρώ που εμβάστηκαν στις 17-1-2003 και 30-1-2003, αντίστοιχα, από την...στον ίδιο λογαριασμό. Επίσης δήλωσε καταθέσεις στην ΑΤΕ συνολικού ποσού 102.000 ευρώ, ενώ διατηρούσε στον κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου με αρ. ... (εφεξής 2ος λογαριασμός ΑΤΕ) καταθέσεις συνολικού ποσού 160.004 ευρώ. Δεν όφειλε δε να δηλώσει τις καταθέσεις του κοινού λογαριασμού ταμιευτηρίου της ΑΤΕ με αρ. ... (εφεξής 3ος λογαριασμός ΑΤΕ), γιατί δεν είχε ακόμη εισέλθει σ' αυτόν ως συγκαταθέτης. Β). Στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης του έτους 2004, την οποία υπέβαλε ως...στις 25-5-2004, δεν διέλαβε : Κατάθεση προσωπικού δανείου της ΑΤΕ ύψους 14.550 ευρώ στον λογαριασμό του με αρ. .... Καταθέσεις στον 1° λογαριασμό ΑΤΕ ποσού 4.000 ευρώ από...1-10-2003, ποσού 3.200 ευρώ από...στις 2-10-2003, ποσού 300 ευρώ από Ν. στις 16-10-2003, ποσού 10.000 ευρώ από...στις 14-11-2003 και ποσού 4.000 ευρώ από...στις 6-5-2004. Επίσης δήλωσε καταθέσεις στην ΑΤΕ συνολικού ποσού 116.000 ευρώ, που υπερκαλύπτει το κατατεθειμένο ποσό του 2ου λογαριασμού ΑΤΕ, ενώ δεν όφειλε να δηλώσει τις καταθέσεις του 3ου λογαριασμού ΑΤΕ, στον οποίο δεν είχε ακόμη εισέλθει κατά την υποβολή της δήλωσης. Γ). Στη δήλωση περιουσιακής κατάστασης του έτους 2005, την οποία υπέβαλε ως...στις 24-5-2005, δεν διέλαβε : Κατάθεση στον 1° λογαριασμό ΑΤΕ ποσού 5.000 ευρώ από...στις 28-5-2004. Από καταθέσεις ποσών 3.000 ευρώ, 8.000 ευρώ, 27.000 ευρώ, 1.000 ευρώ και 4.000 ευρώ από...στις 14-7-2004, 3-8-2004, 30-8-2004, 21-10-2004 και 3-12-2004, αντίστοιχα, δεν δήλωσε καθόλου ποσό 7.000 ευρώ, ενώ το υπόλοιπο ποσό των 40.000 ευρώ το δήλωσε ως άτοκο δάνειο. Επίσης δεν διέλαβε κατάθεση ποσού 300 ευρώ από...στις 3-12-2004 και καταθέσεις του ίδιου του κατηγορουμένου στον 2° λογαριασμό ΑΤΕ ποσών 3.000 ευρώ στις 2-8-2004 και 22.000 εορώ στις 31-8-2004. Τις καταθέσεις στον 3° λογαριασμό ΑΤΕ ποσών 6.000 ευρώ στις 6-9-2004, 7.600 ευρώ στις 21-12-2004 και 2.300 ευρώ την 1-2-2005 δεν ώφειλε ο κατηγορούμενος να διαλάβει, επειδή εν γνώσει του προέρχονταν από τον πατέρα του,...- κύριο καταθέτη του σχετικού λογαριασμού, όπως έχει γίνει δεκτό και από το 219/2007 παραπεμπτικό βούλευμα του.... ...υποβολή των παραπάνω δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης στις 20-5-2003, 25-5-2004 και 24-5-2005 δεν διέλαβε σ' αυτές την κατά έτος προκύπτουσα διαφορά των καταθέσεων του, δεδομένου ότι : α) Κατά το έτος 2003 στον κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου ΑΤΕ με αρ. ... (4ος λογαριασμός ΑΤΕ), στον οποίο μετείχε ως συγκαταθετης και ο κατηγορούμενος, υπήρχε υπόλοιπο 3.042,15 ευρώ και στον 2° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 155.050,8 ευρώ (το υπόλοιπο του 3ου λογαριασμού ΑΤΕ ποσού 15.993,58 ευρώ δεν συνυπολογίζεται γιατί ο κατηγορούμενος δεν είχε ακόμη εισέλθει σ' αυτόν), β) Κατά το έτος 2004 στον 4° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 3.212.35 ευρώ και στον 2° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 106.015,27 ευρώ (το υπόλοιπο του 3ου λογαριασμού ΑΤΕ ποσού 72.059 ευρώ δεν συνυπολογίζεται για τον ίδιο λόγο). Και γ) Κατά το έτος 2005 στον 4° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 143.900 ευρώ, στον 2° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 101.705 ευρώ και στον 3° λογαριασμό ΑΤΕ (στον οποίο είχε εισέλθει και ο κατηγορούμενος από 4-6-2004) υπήρχε υπόλοιπο 97.407 ευρώ, στο οποίο όμως δεν πρέπει να συνυπολογιστούν οι καταθέσεις των ποσών 3.849 ευρώ, 1.116 ευρώ, 1.700 ευρώ, 2.800 ευρώ, 9.038 ευρώ, 4.400 ευρώ, 18.598.653 δρχ., 1.251.000, δρχ., 1.180.000 δρχ., 350.000 δρχ. και.735.000 δρχ., που έγιναν στις 23-8-2003, 24-10-2003, 17-11-2003, 27-5-2004, 3-2-2003, 16-5-2003, 13-11-2000, 27-11-2000, 12-9-2001, 31-10-2001 και 27-12-2001, αντίστοιχα, οι οποίες ανέρχονται συνολικά σε 87.803 ευρώ, ανάγονται σε χρονικό διάστημα πριν εισέλθει ο κατηγορούμενος ως συγκαταθετης στον σχετικό λογαριασμό και προέρχονται από τον κύριο καταθέτη,.... Κατόπιν όλων αυτών, ο κατηγορούμενος τέλεσε την πράξη της εν γνώσει του υποβολής ανακριβούς δήλωσης περιουσιακής κατάστασης για τα έτη 2003, 2004 και 2005 κατ' εξακολούθηση και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτής, όπως ειδικότερα το αντικειμενικό σκέλος της προσδιορίστηκε στο σκεπτικό και διαλαμβάνεται στο διατακτικό της απόφασης".

Ακολούθως, το άνω Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα της αξιόποινης πράξης της υποβολής δήλωσης περιουσιακής κατάστασης με ανακριβή στοιχεία κατ' εξακολούθηση με το ακόλουθο διατακτικό: "Κηρύσσει τον κατηγορούμενο ένοχο του ότι: ...δήλωση περιουσιακής κατάστασης του έτους 2003, την οποία υπέβαλε ως...στις 20-5-2003, δεν διέλαβε τις εξής οικονομικές ενισχύσεις και καταθέσεις :Τα ποσά των 500, 300 και 1.000 ευρώ που εμβάστηκαν στις 4-7-2002, 24-7-2002 και 13-12-2002, αντίστοιχα, από τον...στον κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου με αρ. ... (εφεξής 1ος λογαριασμός ΑΤΕ). Τα ποσά των 2.500 και 2.000 ευρώ που εμβάστηκαν στις 17-1-2003 και 30-1-2003, αντίστοιχα, από την...στον ίδιο λογαριασμό. Επίσης δήλωσε καταθέσεις στην ΑΤΕ συνολικού ποσού 102.000 ευρώ, ενώ διατηρούσε στον κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου με αρ. ... (εφεξής 2ος λογαριασμός ΑΤΕ) καταθέσεις συνολικού ποσού 160.004 ευρώ. Δεν όφειλε δε να δηλώσει τις καταθέσεις του κοινού λογαριασμού ταμιευτηρίου της ΑΤΕ με αρ. ... (εφεξής 3ος λογαριασμός ΑΤΕ), γιατί δεν είχε ακόμη εισέλθει σ' αυτόν ως συγκαταθέτης. ...δήλωση περιουσιακής κατάστασης του έτους 2004, την οποία υπέβαλε ως...στις 25-5-2004, δεν διέλαβε : Κατάθεση προσωπικού δανείου της ΑΤΕ ύψους 14.550 ευρώ στον λογαριασμό του με αρ. .... Καταθέσεις στον 1° λογαριασμό ΑΤΕ ποσού 4.000 ευρώ από...1-10-2003, ποσού 3.200 ευρώ από...στις 2-10-2003, ποσού 300 ευρώ από Ν. στις 16-10-2003, ποσού 10.000 ευρώ από...στις 14-11-2003 και ποσού 4.000 ευρώ από...στις 6-5-2004. Επίσης δήλωσε καταθέσεις στην ΑΤΈ συνολικού ποσού 116.000 ευρώ, που υπερκαλύπτει το κατατεθειμένο ποσό του 2ου λογαριασμού ΑΤΕ, ενώ δεν όφειλε να δηλώσει τις καταθέσεις του 3ου λογαριασμού ΑΤΕ, στον οποίο δεν είχε ακόμη εισέλθει κατά την υποβολή της δήλωσης. ...δήλωση περιουσιακής κατάστασης του έτους 2005, την οποία υπέβαλε ως...στις 24-5-2005, δεν διέλαβε : Κατάθεση στον 1° λογαριασμό ΑΤΕ ποσού 5.000 ευρω από...στις 28-5-2004. Από καταθέσεις ποσών 3.000 ευρώ, 8.000 ευρώ, 27.000 ευρώ, 1.000 ευρώ και 4.000 ευρώ από...στις 14-7-2004, 3-8-2004, 30-8-2004, 21-10-2004 και 3-12-2004, αντίστοιχα, δεν δήλωσε καθόλου ποσό 7.000 ευρώ, ενώ το υπόλοιπο ποσό των 40.000 ευρώ το δήλωσε ως άτοκο δάνειο. Επίσης δεν διέλαβε κατάθεση ποσού 300 ευρώ από...στις 3-12-2004 και καταθέσεις του ίδιου του κατηγορουμένου στον 2° λογαριασμό ΑΤΕ ποσών 3.000 ευρώ στις 2-8-2004 και 22.000 ευρώ στις 31-8-2004. Τις καταθέσεις στον 3° λογαριασμό ΑΤΕ ποσών 6.000 ευρώ στις 6-9-2004, 7.600 ευρώ στις 21-12-2004 και 2.300 ευρώ την 1-2-2005 δεν ώφειλε ο κατηγορούμενος να διαλάβει, επειδή εν γνώσει του προέρχονταν από τον πατέρα του,...- κύριο καταθέτη του σχετικού λογαριασμού, όπως έχει γίνει δεκτό και από το 219/2007 παραπεμπτικό βούλευμα του.... ...υποβολή των παραπάνω δηλώσεων περιουσιακής κατάστασης στις 20-5-2003, 25-5-2004 και 24-5-2005 δεν διέλαβε σ' αυτές την κατά έτος προκύπτουσα διαφορά των καταθέσεων του, δεδομένου ότι: α) Κατά το έτος 2003 στον κοινό λογαριασμό ταμιευτηρίου ΑΤΕ με αρ. ... (4ος λογαριασμός ΑΤΕ), στον οποίο μετείχε ως συγκαταθετης και ο κατηγορούμενος, υπήρχε υπόλοιπο 3.042,15 ευρώ και στον 2° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 155.050,8 ευρώ (το υπόλοιπο του 3 υ λογαριασμού ΑΤΕ ποσού 15.993,58 ευρώ δεν συνυπολογίζεται γιατί ο κατηγορούμενος δεν είχε ακόμη εισέλθει σ' αυτόν), β) Κατά το έτος 2004 στον 4° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 3.212.35 ευρώ και στον 2° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 106.015,27 ευρώ (το υπόλοιπο του 3ου λογαριασμού ΑΤΕ ποσού 72.059 ευρώ δεν συνυπολογίζεται για τον ίδιο λόγο). Και γ) Κατά το έτος 2005 στον 4° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 143.900 ευρώ, στον 2° λογαριασμό ΑΤΕ υπήρχε υπόλοιπο 101.705 ευρώ και στον 3° λογαριασμό ΑΤΕ (στον οποίο είχε εισέλθει και ο κατηγορούμενος από 4-6-2004) υπήρχε υπόλοιπο 97.407 ευρώ, στο οποίο όμως δεν πρέπει να συνυπολογιστούν οι καταθέσεις των ποσών 3.849 ευρώ, 1.116 ευρώ, 1.700 ευρώ, 2.800 ευρώ, 9.038 ευρώ, 4.400 ευρώ, 18.598.653 δρχ., 1.251.000 δρχ., 1.180.000 δρχ., 350.000 δρχ. και 735.000 δρχ., που έγιναν στις 23-8-2003, 24-10-2003, 17-11-2003, 27-5-2004, 3-2-2003, 16-5-2003, 13-11-2000, 27-11-2000, 12-9-2001, 31-10-2001 και 27-12-2001, αντίστοιχα, οι οποίες ανέρχονται συνολικά σε 87.803 ευρώ, ανάγονται σε χρονικό διάστημα πριν εισέλθει ο κατηγορούμενος ως συγκαταθετης στον σχετικό λογαριασμό και προέρχονται από τον κύριο καταθέτη,...."

Με τις παραδοχές αυτές η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης είναι ελλιπής, ασαφής, αντιφατική και τυπική. Ειδικότερα, από την αντιπαραβολή του σκεπτικού με το διατακτικό της προκύπτει αναμφισβήτητα ότι το σκεπτικό δεν συμπληρώνεται από το διατακτικό αλλά αποτελεί πιστή αντιγραφή του, ενώ, εξάλλου, από όσα διαλαμβάνονται στο διατακτικό δεν μπορούν να αναπληρωθούν οι ελλείψεις ως προς ουσιώδη στοιχεία της αξιόποινης αυτής πράξης. Συγκεκριμένα, στην αιτιολογία της απόφασης δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά των πραγματικών περιστατικών εκείνων που θεμελιώνουν αντικειμενικώς και υποκειμενικός το έγκλημα τούτο, με την έννοια που αυτά αναφέρονται στη μείζονα σκέψη. Ειδικότερα, δεν αναφέρονται κατά σαφή τρόπο τα συνολικά δηλωθέντα και μη δηλωθέντα επί μέρους ποσά των τραπεζικών λογαριασμών του αναιρεσείοντος στην ΑΤΕ, καθώς και η δηλωθείσα προέλευση αυτών, ώστε να γίνεται καταληπτό σε τι συνίσταται η ανακριβής δήλωση των στοιχείων τούτων κατά το χρόνο της δηλώσεως.

Εξάλλου, ενώ αναφέρεται ότι στις δηλώσεις του των ετών 2003 και 2004 δεν όφειλε να δηλώσει τις καταθέσεις κοινού λογαριασμού της ΑΤΕ ..., διότι δεν είχε εισέλθει σ' αυτόν ως συγκαταθέτης, δεν παρατίθεται το περιεχόμενο των δηλώσεων του ως προς το κεφάλαιο τούτο, προκειμένου να κριθεί η ανακρίβεια τους. Περαιτέρω, ως προς τη δήλωση του έτους 2005, αναφέρεται ότι δεν όφειλε να δηλώσει τις καταθέσεις στον τρίτο λογαριασμό ΑΤΕ "επειδή εν γνώσει του προέρχονταν από τον πατέρα του..., όπως δέχτηκε το 219/ 2007 βούλευμα του...", πλην όμως, στη συνέχεια γίνεται δεκτό ότι ο αναιρεσείων είχε εισέλθει στο λογαριασμό αυτό στις 4-6-2004, γεγονός που δημιουργεί την υποχρέωση του αναιρεσείοντος κατά το νόμο να προβεί στη δήλωση τους.

Τέλος, δεν αναφέρονται τα πραγματικά εκείνα περιστατικά, που αποδείχτηκαν και θεμελιώνουν την πρόθεση του αναιρεσείοντος (άμεσο δόλο), ενόψει μάλιστα και του ότι αυτός, στις δηλώσεις του διέλαβε και εισοδήματα που δεν όφειλε, μεγαλύτερα συνολικά από εκείνα που πραγματικά είχε κατά τους κρίσιμους χρόνους, χωρίς να γίνονται καθόλου σκέψεις ως προς αυτό. Όθεν, οι προβαλλόμενοι από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' και Ε' ΚΠΔ λόγοι της αίτησης αναίρεσης περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και εκ πλαγίου παραβάσεως είναι βάσιμοι και πρέπει η προσβαλλόμενη απόφαση να αναιρεθεί και παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα κρίση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές (άρθρο 519 ΚΠΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την 2604/ 2009 απόφαση του.... Και Παραπέμπει την υπόθεση για νέα κρίση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από άλλους δικαστές εκτός εκείνων που δίκασαν προηγουμένως. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 9 Φεβρουαρίου 2011.
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 10 Μαρτίου 2011.
Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

(ΠΗΓΗ: WWW.LAWNET.GR)

    
Δραστηριότητα Νομικά Θέματα Συνεργάτες Σύνδεσμοι Νέα
Αρχική Σελίδα Επικοινωνία Change Language
Ιονίων Νήσων νέα Ευρυτανίας Λέσβου Αγιά Αρριανά Δωδώνη Ίλιον Κύμη Αλιβέρι Νάξος και Μικρές Κυκλάδες Πειραιάς Σούλι Ψυχικό Φιλοθέη Ειδήσεις Ανατολική Μακεδονία - Θράκη Αχαϊα Κιλκίς Φθιώτιδα Αμφιλοχία Δέλτα Θάσος Κιλελέρ Μεσσήνη Παιανία Σέρβια Βελβεντό Φολέγανδρος Εφημερίδες Ειδήσεις Ελλάδα Θεσσαλονίκη Πιερία Άκτιο Βόνιτσα Βόλβη Ευρώτας Κάρπαθος Λοκροί Νικόλαος Σκουφάς Πύνδα Κολινδρός Τήνος Άρτα Καστοριά Σάμος Αμάρι Γεώργιος Καραϊσκάκης Ηγουμενίτσα Κέα Μαρκόπουλο Μεσογαίας Οιχαλία Ρήγας Φερραίος Φαιστός Ηπείρου νέα Έβρου Λαρίσης Χίου Αποκόρωνος Δοξάτο Ιερά Πόλη Μεσολογγίου κορυδαλλός Μύκη Πόρος Σκιάθος Χανιά
Αττικής Κεφαλληνίας Τρικάλων Αμπελόκηποι Μενεμένη Γορτυνία Ηράκλεια Κέρκυρα Μεγανήσι Οροπέδιο Λασιθίου Σαμοθράκη Φιλαδέλφεια Χαλκηδόνα Πρωτοσέλιδα
Copyright © 2025 All rights reserved Αργολίδας Καβάλας Ρεθύμνου Αλίαρτος Βόρεια Τζουμέρκα Ζάκυνθος Κάσος Μακρακώμη Νότιο Πήλιο Πύλος Νέστορας Τρίπολη developed and powered by WGR