Αριθμός απόφασης: 326/2012 ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ ΣΤ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ Κατά τη διάταξη του άρθρου 362 εδ. α' του ΠΚ, "όποιος με οποιονδήποτε τρόπο ενώπιον τρίτου ισχυρίζεται ή διαδίδει για κάποιον άλλον γεγονός που μπορεί να βλάψει την τιμή ή την υπόληψή του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών ή με χρηματική ποινή". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της απλής δυσφημήσεως, απαιτούνται, αντικειμενικώς, ισχυρισμός ενώπιον τρίτου ή διάδοση για κάποιον άλλον γεγονότος, το οποίο είναι πρόσφορο (κατάλληλο, επιτήδειο) κατ' αντικειμενική κρίση (την κοινή αντίληψη) να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου, υποκειμενικώς δε δόλος, ο οποίος περιλαμβάνει αφενός μεν τη γνώση, έστω και με την έννοια του ενδεχόμενου δόλου (της αμφιβολίας), ότι το ισχυριζόμενο ή διαδιδόμενο γεγονός είναι πρόσφορο να βλάψει την τιμή ή την υπόληψη του άλλου, αφετέρου δε τη θέληση ή την αποδοχή του δράστη να προβεί σε τέτοιο βλαπτικό της τιμής ή της υπόληψης ισχυρισμό ή διάδοση.
Δεν απαιτείται γνώση της αναλήθειας, ενώ η πεποίθηση του δράστη περί την αλήθεια ή την αναλήθεια του γεγονότος δεν αποκλείει τον δόλο. Κατά δε τη διάταξη του άρθρου 361 του ΠΚ, "όποιος, εκτός από τις περιπτώσεις της δυσφήμησης, προσβάλλει την τιμή άλλου με λόγο ή με έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρις ενός έτους ή με χρηματική ποινή. Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για τη στοιχειοθέτηση της αξιόποινης πράξεως της εξυβρίσεως απαιτείται να διατυπωθούν από το δράστη γραπτά ή προφορικά, για κάποιον άλλον, λέξεις ή φράσεις που, κατά την κοινή αντίληψη, περιέχουν είτε αμφισβήτηση της ηθικής ή κοινωνικής αξίας του προσώπου του, είτε περιφρόνηση γι' αυτόν από τον δράστη, ο οποίος γνωρίζει ότι με τέτοια οικειοθελή ενέργειά του προσβάλλεται η τιμή άλλου. Περαιτέρω, αν δεν στοιχειοθετείται το έγκλημα της δυσφημήσεως, για το οποίο κατηγορείται ο δράστης, γιατί αυτά που ισχυρίστηκε αυτός για τον παθόντα δεν αποτελούν γεγονότα, το δικαστήριο οφείλει να ερευνήσει μήπως υπάρχει εξύβριση, για την οποία και πρέπει να τον καταδικάσει.
Εξάλλου, κατά το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Ε' του ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως. Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο δεν υπήγαγε σωστά τα πραγματικά περιστατικά, που δέχθηκε ότι προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στη διάταξη που εφάρμοσε. Περίπτωση εσφαλμένης εφαρμογής ουσιαστικής ποινικής διατάξεως υπάρχει και όταν η διάταξη αυτή παραβιάζεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως που περιλαμβάνεται στο συνδυασμό του διατακτικού με το σκεπτικό αυτής και ανάγεται στα στοιχεία και στην ταυτότητα του οικείου εγκλήματος, έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο έλεγχος της ορθής ή μη εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση (Ολ.ΑΠ 3/2008).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφασή του, το..., που δίκασε σε δεύτερο βαθμό, κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα απλής δυσφημήσεως (κατά μετατροπή της κατηγορίας για συκοφαντική δυσφήμηση) σε βάρος του..., και τον καταδίκασε σε ποινή φυλακίσεως πέντε (5) μηνών, ανασταλείσα. Στο σκεπτικό της προσβαλλόμενης αποφάσεως, το δικάσαν Εφετείο, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων, δέχθηκε, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής: "... αποδείχθηκε ότι:
Ο κατηγορούμενος, ο οποίος το 2006 είχε τη θέση...της... και μέλους του ΔΣ του... Υγείας και..., στις 24/7/2006 διένειμε στο προσωπικό της ανωτέρω σχολής τη με ίδια ημερομηνία ανακοίνωση της συνδικαλιστικής παράταξης "ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ", την οποία ανάρτησε και σε όλους τους πίνακες ανακοινώσεων της Σχολής, στην είσοδο αυτής και του..., ώστε να λάβουν γνώση απεριόριστος αριθμός εργαζομένων, σπουδαστών και επισκεπτών της σχολής, στην οποία συμπεριέλαβε τα εξής γεγονότα και ισχυρισμούς σχετικά με τον εγκαλούντα..., Κοσμήτορα της παραπάνω Σχολής: "Οι τεχνικοί της ΕΣΔΥ με ενημέρωσαν για την ύπαρξη μιας ύποπτης συσκευής που υπήρχε για εγκατάσταση στο τηλεφωνικό κέντρο της Σχολής. Μετά από έρευνα που έγινε με πρωτοβουλία μου οι τεχνικοί που είδαν τη συσκευή από κοινού διαπίστωσαν ότι πρόκειται για μια συσκευή που καταγράφει τις εξερχόμενες κλήσεις, τους αριθμούς, τη διάρκεια κάθε κλήσης και του κόστους τους. Λειτουργεί δηλαδή ως κατάσκοπος της Υπηρεσίας και δεν έχει καμία απολύτως σχέση με το σύστημα ΣΥΖΕΥΞΗ του ΟΤΕ.
Η συσκευή αυτή παραγγέλθηκε και αγοράστηκε από την εταιρία ΤΕΛΕΝΟΡΜ με εντολή του Κοσμήτορα της ΕΣΔΥ..., με το πρόσχημα της αναβάθμισης του τηλεφωνικού Κέντρου της Σχολής". Από τα παραπάνω γεγονότα που κατήγγειλε μεταξύ άλλων ο κατηγορούμενος στο...στη συνεδρίασή του της 7/7/2006 και περιελήφθησαν στην ανακοίνωση που διένειμε, αυτά που αφορούν μία συσκευή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (voice mail) είναι αληθή, αφού πράγματι αφορούν την ως άνω συσκευή που είχε προμηθευτεί η Σχολή στις 16/11/2005 (...) από την εταιρία ΤΕΛΕΝΟΡΜ ΕΠΕ με εντολή του πολιτικώς ενάγοντος, υπευθύνου της Σχολής λόγω της θέσης του ως Κοσμήτορα, η οποία επιπλέον έχει πράγματι τη δυνατότητα καταγραφής των καλούμενων αριθμών, της διάρκειας και του κόστους των κλήσεων και επρόκειτο να εγκατασταθεί στο τηλεφωνικό κέντρο της Σχολής. Την αγορά της παραπάνω συσκευής πράγματι έμαθε ο κατηγορούμενος από σχετική ενημέρωση των τεχνικών της Σχολής στις αρχές του 2006, παρότι ως υπεύθυνος των οικονομικών είχε ήδη παραλάβει το τιμολόγιο αγοράς και είχε καταβάλει το ποσό της αξίας της, χωρίς όμως από την περιγραφή στο τιμολόγιο να μπορεί να αντιληφθεί τις δυνατότητες και ιδιότητες της συσκευής.
Μετά την ενημέρωσή του αυτή, όμως, ο κατηγορούμενος δεν απευθύνθηκε στα θεσμικά όργανα της Σχολής, όπως τον Κοσμήτορα ή το..., που είχαν ενημερωθεί και αποφασίσει την αγορά της, για να πληροφορηθεί για τη χρησιμότητά της και το σκοπό της αγοράς της, παρά αυθαιρέτως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για "ύποπτη" συσκευή παρακολούθησης των κλήσεων και του περιεχομένου των τηλεφωνικών συνομιλιών, που θα λειτουργεί ως "κατάσκοπος" της υπηρεσίας, χαρακτηρισμούς τους οποίους συμπεριέλαβε στην παραπάνω ανακοίνωση. Οι χαρακτηρισμοί αυτοί ("ύποπτη" και "κατάσκοπος"), παρότι δεν ανταποκρίνονται στην αλήθεια, αφού όπως προελέχθη δεν υπάρχει δυνατότητα παρακολούθησης του περιεχομένου των κλήσεων, δεν συνιστούν γεγονότα, ενώ επιπλέον ο κατηγορούμενος δεν τους συμπεριέλαβε τελώντας εν γνώσει της αναληθείας τους. Επιπλέον αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος δεν κυκλοφόρησε την ανακοίνωση από δικαιολογημένο ενδιαφέρον για την προστασία των δικαιωμάτων των εργαζομένων ως συνδικαλιστής και μέλος του... Εργαζομένων, όπως ισχυρίζεται με τον αυτοτελή ισχυρισμό του. Εξάλλου, με την παρουσία του στο... Εργαζομένων και τη γνωστοποίηση της ύπαρξης της συσκευής είχε ήδη ληφθεί απόφαση του...από τις 7/7/2006 να μην επιτρέψουν τη λειτουργία της πριν να ερευνηθεί η νομιμότητα της τοποθέτησης της συσκευής με ερώτημα που απηύθυναν προς την... (...), ώστε είχαν ήδη επαρκώς προστατευθεί τα δικαιώματα των εργαζομένων με την ενέργειά του αυτή και δεν υπήρχε ανάγκη να κυκλοφορήσει την ανακοίνωση πριν καταλήξουν σε συμπέρασμα τα αρμόδια όργανα.
Όμως με την ενέργειά του αυτή αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος προέβη στην πράξη του εν γνώσει ότι τα γεγονότα που ισχυρίσθηκε ήταν πρόσφορα να βλάψουν την τιμή και την υπόληψη του πολιτικώς ενάγοντος και με το σκοπό αυτό, ενόψει διαχειριστικής έρευνας που είχε προκαλέσει ο πολιτικώς ενάγων από τους Επιθεωρητές του...για τον έλεγχο διαχείρισης κοινοχρήστων δαπανών από τον κατηγορούμενο (...) και της αντικατάστασής του από...(...), που είχαν προηγηθεί της κυκλοφορίας της ανακοίνωσης. Επομένως, δεδομένου ότι δεν αποδείχθηκε ότι τα γεγονότα που διέδωσε ο κατ/νος ήταν ψευδή, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος της πράξης της απλής δυσφήμησης (ΠΚ 362), κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας από την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης, απορριπτομένου δε του αυτοτελούς ισχυρισμού του κατηγορουμένου, με τον οποίον ισχυρίζεται ότι οδηγήθηκε στην πράξη του από δικαιολογημένο ενδιαφέρον για τη διαφύλαξη δικαιώματος (άρθρ. 367§1γ ΠΚ), αφού αποδείχθηκε ότι η πράξη του υπερέβαινε το απαιτούμενο και επιβαλλόμενο μέτρο για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και ο κατηγορούμενος δεν κινήθηκε προς το σκοπό αυτόν, αλλά με σκοπό να βλάψει με την κυκλοφορία της ως άνω ανακοίνωσης την τιμή και υπόληψη του πολιτικώς ενάγοντος, απορριπτομένων, επίσης, και των λοιπών άρνησης της κατηγορίας ισχυρισμών".
Με αυτά που δέχθηκε, το...εσφαλμένα εφάρμοσε τις ανωτέρω ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 362 και 361 του ΠΚ, όπως προβάλλει, κατ' εκτίμηση, ο αναιρεσείων με τον, από το άρθρο 510§1 στοιχ. Ε του ΚΠοινΔ, πρώτο λόγο αναιρέσεως. Ειδικότερα, ενώ δέχεται ότι τα, διηγηματικώς αναφερόμενα, γεγονότα που ισχυρίσθηκε ο κατηγορούμενος με την ανακοίνωσή του ήταν αληθινά, ενώ οι λέξεις "ύποπτης" και "κατάσκοπος" ήταν μεν ψευδείς, πλην αποτελούσαν χαρακτηρισμούς και όχι γεγονότα [και, επομένως, δεν στοιχειοθετούσαν από μόνες τους (οι δύο λέξεις) το έγκλημα της δυσφημήσεως], καταλήγει στην κρίση ότι η πράξη που τέλεσε αυτός, κατ' επιτρεπτή μεταβολή της κατηγορίας για συκοφαντική δυσφήμηση, τυγχάνει η της απλής δυσφημήσεως για τις ίδιες δύο λέξεις που αποτελούσαν, όπως αναφέρθηκε, χαρακτηρισμούς, και ότι έπρεπε να κηρυχθεί ένοχος της εν λόγω πράξεως. Όμως, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη μείζονα σκέψη, εφόσον αυτά που ανακοίνωσε ο κατηγορούμενος για τον παθόντα δεν ήταν γεγονότα, δεν στοιχειοθετείτο η αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος της δυσφημήσεως και το Δικαστήριο της ουσίας έπρεπε να μην καταδικάσει αυτόν για δυσφήμηση, αλλά να διερευνήσει αν αυτός είχε τελέσει το έγκλημα της εξυβρίσεως σε βάρος του πολιτικώς ενάγοντος, και, σε καταφατική περίπτωση, να τον καταδικάσει για εξύβριση. Μετά από αυτά, πρέπει να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση μόνο για να ερευνηθεί εάν ο κατηγορούμενος, με τις παραπάνω ανακοινωθείσες ψευδείς παραστάσεις της "ύποπτης" και "κατασκόπου", τέλεσε σε βάρος του πολιτικώς ενάγοντος το έγκλημα της εξυβρίσεως, αναγκαίως δε και ως προς τις διατάξεις περί επιβολής ποινής και περί παραδοχής της πολιτικής αγωγής, και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, του οποίου η συγκρότηση από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως, είναι εφικτή (άρθρο 519 ΚΠοινΔ). Οι λοιποί λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλεται εσφαλμένη εφαρμογή της ουσιαστικής ποινικής διατάξεως του άρθρου 366§1 του ΠΚ, είναι αλυσιτελείς, αφού οι ως άνω χαρακτηρισμοί κρίθηκαν ψευδείς και, επομένως, δεν συνέτρεχε περίπτωση εφαρμογής της διατάξεως αυτής.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΝΑΙΡΕΙ την υπ' αριθ. 5987/2010 απόφαση του...(Πλημμελημάτων) Αθηνών, μόνο για να διερευνηθεί εάν ο κατηγορούμενος...Κ., με εκείνα που ανακοίνωσε, όπως αυτά περιγράφονται στο σκεπτικό και κρίθηκαν ως ψευδείς χαρακτηρισμοί αμετακλήτως, δηλαδή με το να περιλάβει στην ανακοίνωσή του τις λέξεις "ύποπτη" και "κατάσκοπος", τέλεσε σε βάρος του πολιτικώς ενάγοντος το έγκλημα της εξυβρίσεως, καθώς και ως προς τις διατάξεις περί επιβολής ποινής και περί παραδοχής της πολιτικής αγωγής.
Και ΠΑΡΑΠΕΜΠΕΙ την υπόθεση, κατά το αναιρούμενο μέρος της, για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, συντιθέμενο από δικαστές άλλους, από εκείνους που τη δίκασαν προηγουμένως. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 31 Ιανουαρίου 2012. Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 14 Φεβρουαρίου 2012. Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
(ΠΗΓΗ: WWW.NB.ORG) |