Παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος –σκοπός βλάβης της εύρυθμης κρατικής λειτουργίας – έννοια υπαλλήλου – δημόσιος λειτουργός και ο γιατρός του ΕΣΥ – ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία – δεν αναιρεί - Αριθμός απόφασης: 821/2011 ΣΤ Ποινικό Τμήμα - Άρειος Πάγος
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Κατά τη διάταξη του άρθρου 259 του ΠΚ "Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι για να στοιχειοθετηθεί το έγκλημα της παράβασης καθήκοντος, δράστης του οποίου είναι υπάλληλος, κατά την έννοια του άρθρου 13α του ιδίου Κώδικα, απαιτούνται : α) παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος, το οποίο καθορίζεται με νόμο ή με διοικητική πράξη ή με ιδιαίτερες οδηγίες της προϊστάμενης αρχής, ή ενυπάρχει στη φύση της υπηρεσίας του υπαλλήλου, β) πρόθεση του δράστη, δηλαδή δόλος που περιέχει τη θέληση παραβάσεως του καθήκοντος της υπηρεσίας και γ) σκοπός να προσπορισθεί στον ίδιο το δράστη ή σε άλλον παράνομη υλική ή ηθική ωφέλεια ή να επέλθει βλάβη στο κράτος ή σε κρατικό οργανισμό ή σε κάποιον άλλον.
Το έννομο αγαθό που προστατεύει η διάταξη του άρθρου 259 του ΠΚ και προσβάλλεται από την αξιόποινη πράξη που προβλέπεται από αυτή είναι η λειτουργία των δημοσίων υπηρεσιών και των κρατικών οργανισμών αποκλειστικά προς το συμφέρον της πολιτείας και της κοινωνίας που έχουν ταχθεί να εξυπηρετούν οι υπάλληλοι με χρηστότητα και καθαρότητα.
Έτσι, αξιόποινη είναι η ελεγχόμενη πράξη (ενέργεια ή παράλειψη) του υπαλλήλου μόνον αν συνιστά (θετικά ή αποθετικά) έκφραση πολιτειακής βουλήσεως και άσκηση κρατικής εξουσίας μέσα στον κύκλο των δημοσίων υποθέσεων και όχι απλώς η παράβαση υποχρεώσεων, που ανάγονται και εξυπηρετούν άλλα συμφέροντα των δημοσίων υπηρεσιών ή οργανισμών, όπως η εύρυθμη λειτουργία αυτών, η τήρηση της υπαλληλικής δεοντολογίας κλπ.
Ως υπάλληλος κατά το άρθρο 13α του ΠΚ νοείται κάθε πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση υπηρεσίας δημοσίου δικαίου. Υπάλληλος είναι και ο ιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε νοσοκομείο που έχει τη μορφή του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου. Ο δόλος του δράστη συνίσταται είτε στη θέληση είτε στη γνώση και αποδοχή της παραβάσεως των υπηρεσιακών του καθηκόντων (άμεσος ή ενδεχόμενος δόλος).
Σκοπός παράνομης ωφέλειας ή βλάβης συντρέχει όταν ο δράστης επιδιώκει με την παράβαση των υπηρεσιακών του καθηκόντων να επιφέρει την παράνομη ωφέλεια ή τη βλάβη και συγχρόνως όταν η υπηρεσιακή παράβαση είναι αντικειμενικά πρόσφορη να οδηγήσει στην ωφέλεια ή τη βλάβη με τον συγκεκριμένο τρόπο που σχεδιάστηκε και τελέστηκε από το δράστη, ο οποίος πρέπει να γνωρίζει την εν λόγω προσφορότητα. Τέτοια προσφορότητα υπάρχει όταν η ωφέλεια ή η βλάβη που επιδιώκει ο δράστης μπορεί να πραγματωθεί μόνο με την παράβαση του συγκεκριμένου καθήκοντος ή και με την παράβαση αυτού.
Για την ολοκλήρωση του εγκλήματος του άρθρου 259 του ΠΚ δεν απαιτείται να πραγματοποιηθεί η επιδιωκόμενη παράνομη ωφέλεια ή βλάβη. Ενώ αν η παράβαση καθήκοντος έγινε για άλλο σκοπό ή με κανένα σκοπό ή η ωφέλεια ή η βλάβη επέρχεται ως συμπτωματική συνέπεια της παραβάσεως, τότε το έγκλημα της παραβάσεως καθήκοντος δεν στοιχειοθετείται. Τέτοιο παράνομο όφελος κατά την έννοια του άρθρου 259 του ΠΚ είναι κάθε όφελος, το οποίο επιδιώκεται με την παράβαση του υπηρεσιακού καθήκοντος.
Περαιτέρω, η καταδικαστική απόφαση, έχει την απαιτούμενη κατά τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, η έλλειψη της οποίας ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Δ' του ιδίου Κώδικα λόγο αναιρέσεως, όταν αναφέρονται σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την αποδεικτική διαδικασία, στα οποία στηρίχτηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελιώνουν και οι νομικές σκέψεις υπαγωγής των περιστατικών αυτών στην εφαρμοσθείσα ουσιαστική ποινική διάταξη.
Για την ύπαρξη τέτοιας αιτιολογίας είναι παραδεκτή η αλληλοσυμπλήρωση του αιτιολογικού της αποφάσεως με το διατακτικό της, που αποτελούν ενιαίο σύνολο, τα δε αποδεικτικά μέσα αρκεί να αναφέρονται γενικώς κατά το είδος τους και δεν απαιτείται αναλυτική παράθεση τους και μνεία του τι προκύπτει χωριστά από το καθένα, ούτε είναι απαραίτητη η αξιολογική συσχέτιση και σύγκριση μεταξύ τους ή να προσδιορίζεται η αποδεικτική βαρύτητα εκάστου, ενώ το γεγονός ότι εξαίρονται ορισμένα αποδεικτικά μέσα, δεν υποδηλώνει ότι δε λήφθηκαν υπόψη τα άλλα. Η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, όμως, από το δικαστήριο της ουσίας, και ειδικότερα η εσφαλμένη αξιολόγηση των μαρτυρικών καταθέσεων, δεν αποτελεί λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως, καθόσον, στην περίπτωση αυτή, υπό την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου, η οποία είναι αναιρετικώς ανέλεγκτη.
Ειδικότερα, στην περίπτωση της ηθικής αυτουργίας, για να έχει η καταδικαστική απόφαση την απαιτούμενη από τα 93 παρ.3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, πρέπει να αναφέρονται σε αυτήν ο τρόπος και τα μέσα, με τα οποία ο ηθικός αυτουργός προκάλεσε στο φυσικό αυτουργό την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε, καθώς και τα πραγματικά περιστατικά, από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε ότι ο ηθικός αυτουργός παρήγαγε με τον τρόπο και τα μέσα αυτά στο φυσικό αυτουργό την απόφαση, να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε. Τέλος, κατ’ άρθρο 510 παρ.1 στοιχ. Ε του ΚΠοινΔ, λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως αποτελεί και η εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διατάξεως.
Εσφαλμένη ερμηνεία τέτοιας διατάξεως υπάρχει όταν το δικαστήριο αποδίδει σ' αυτήν διαφορετική έννοια από εκείνη που πραγματικά έχει, εσφαλμένη δε εφαρμογή συντρέχει όταν το δικαστήριο δεν έκανε σωστή υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που δέχτηκε ότι αποδείχθηκαν στη διάταξη που εφήρμοσε, αλλά και όταν η παραβίαση γίνεται εκ πλαγίου, πράγμα που συμβαίνει όταν στο πόρισμα της αποφάσεως, που περιλαμβάνεται στον συνδυασμό αιτιολογικού και διατακτικού και ανάγεται στα στοιχεία και την ταυτότητα του εγκλήματος, για το οποίο πρόκειται έχουν εμφιλοχωρήσει ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, με αποτέλεσμα να καθίσταται ανέφικτος ο αναιρετικός έλεγχος της ορθής εφαρμογής του νόμου, οπότε η απόφαση στερείται νόμιμης βάσεως.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως προκύπτει από το σκεπτικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης υπ' αρ. 1541/2010 αποφάσεως του, τα οποία ως ενιαίο σύνολο παραδεκτώς αλληλοσυμπληρώνονται, το...δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση των κατ' είδος αναφερομένων στην ίδια απόφαση αποδεικτικών μέσων ότι αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: "Στις 5-8-2003 ο ασθενής...Α. εισήχθη στην Α'... ......" με οξύ στεφανιαίο σύνδρομο και ασταθή στηθάγχη.
Στην ανωτέρω Κλινική χρέη Διευθυντού εκτελούσε εκείνο το χρονικό διάστημα ο κατηγορούμενος.... Επειδή η κατάσταση του ασθενούς χειροτέρευε, αποφασίστηκε όπως την 11.8.2003 διενεργηθεί στεφανιογραφία, εφόσον βεβαίως υπήρχε η ανάλογη καρδιοχειρουργική κάλυψη, σε περίπτωση που παρουσιαζόταν ανάγκη για άμεση χειρουργική αντιμετώπιση του ασθενούς καθ' ον χρόνο διενεργείτο η ανωτέρω εξέταση (στεφανιογραφία). Ο..., συγγενής και συνοδός του προαναφερομένου ασθενούς, διαπιστώνοντας περί ώρα 11.00 της 11.8.2003 ότι υπάρχει αναιτιολόγητη καθυστέρηση στην πραγματοποίηση της προγραμματισμένης στεφανιογραφίας, εισήλθε στο γραφείο του κατηγορουμένου ζητώντας εξηγήσεις.
Τότε ο κατηγορούμενος, επικαλούμενος αδυναμία του Νοσοκομείου να ανταποκριθεί στην ανάγκη καλύψεως ενδεχομένου καρδιοχειρουργικού προβλήματος του ασθενούς κατά τη διενέργεια της στεφανιογραφίας, συνέστησε στον..., να εγκαταλείψει το ..., και να μεταβεί προς αντιμετώπιση του προβλήματος του συγγενούς του σε ιδιωτική κλινική και συγκεκριμένα στη..., απευθυνόμενος μάλιστα σε συγκεκριμένο ιατρό της εν λόγω κλινικής, ονόματι Φ..
Στην ενέργεια αυτή ο κατηγορούμενος προέβη, όχι επειδή πράγματι υπήρχε αδυναμία καλύψεως του ασθενούς από τους ιατρούς της..., αλλά επειδή ήθελε να προσπορίσει στους ιδιοκτήτες της...και στον εκεί ασκούντα ελεύθερο επάγγελμα θωρακοχειρουργό..., ο οποίος προσφάτως (την 4.7.2003) είχε παραιτηθεί από το..., όπου εκτελούσε χρέη Διευθυντού της..., παράνομο περιουσιακό όφελος συνιστάμενο στην αμοιβή που θα καταβάλλονταν από τον ασθενή για την περίθαλψη του στην κλινική και για όλες τις μέλλουσες να επακολουθήσουν ιατρικές ενέργειες και υπηρεσίες.
Το ότι αυτός ήταν ο στόχος του κατηγορουμένου και προσχηματικά αυτός επικαλέσθηκε την έλλειψη καρδιοχειρουργικής κάλυψης, στις 11.8.2003 αποδεικνύεται από το γεγονός ότι κατά την ως άνω ημερομηνία ήταν παρών από το πρωί στο Νοσοκομείο ο καρδιοχειρουργός..., προς αντιμετώπιση εκτάκτου καρδιολογικού περιστατικού (αν και τελούσε υπό καθεστώς νόμιμης καλοκαιρινής άδειας) και μαθαίνοντας για τη σοβαρή κατάστααη του ασθενούς..., προσήλθε περί ώρα 09:00 στο γραφείο του κατηγορουμένου, γνωστοποιώντας του προσωπικώς την πρόθεση, τόσο της..., όσο και του ιδίου, για παροχή πλήρους καλύψεως κατά τη διενέργεια της στεφανιογραφίας, ακόμη και κατά τη διενέργεια ενδεχόμενης αγγειοπλαστικής. Επιπλέον, την ίδια ημέρα στο Νοσοκομείο, πλην του..., παρευρίσκοντο, οι καρδιοχειρουργοί..., Επιμελητής Α' και..., Επιμελητής Β', οι οποίοι είχαν την ικανότητα και τη διάθεση να παράσχουν τις υπηρεσίες τους σε κάθε απαιτούμενη ιατρική ενέργεια, ενώ από κανένα αποδεικτικό στοιχείο δεν αποδείχθηκε ότι υπήρχαν άλλα προγραμματισμένα χειρουργεία που παρεμπόδιζαν την παροχή της ανωτέρω καλύψεως. Το αληθές, εξάλλου, της καταγγελίας του Η. επιβεβαιώνεται και από το πόρισμα της από 28-8-2003 διενεργηθείσας.... Η κρίση αυτή του δικαστηρίου δεν αναιρείται από κάποιο από το αναφερόμενα ανωτέρω αποδεικτικά στοιχεία με πειστικότητα.
Στη συνέχεια το ως άνω Δικαστήριο κήρυξε ένοχο τον αναιρεσείοντα ιατρό για την αποδιδόμενη σ'αυτόν αξιόποινη πράξη της παραβάσεως καθήκοντος και με την παραδοχή της συνδρομής στο πρόσωπο του της ελαφρυντικής περίστασης της πρότερης έντιμης ζωής του (άρθρο 84 παρ.2α του ΠΚ) του επέβαλε ποινή φυλάκισης πέντε (5) μηνών, της οποίας ανέστειλε την εκτέλεση για τρία (3) έτη.
Με βάση τις παραπάνω παραδοχές το Δικαστήριο της ουσίας διέλαβε στην προσβαλλόμενη απόφαση του την απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σ' αυτή με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του άνω εγκλήματος για το οποίο καταδικάστηκε ο αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς, με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή τους στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 18 εδ.β', 26 παρ.1α, 27 παρ.1, 84 παρ.2α και 259 του ΠΚ σε συνδυασμό προς το άρθρο 63 του ν. 2071/1992 "Εκσυχρονισμός και ..." τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε, χωρίς να τις παραβιάσει ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου και χωρίς να στερήσει έτσι την απόφαση από νόμιμη βάση.
Ειδικότερα, αναφέρονται στην αιτιολογία της αποφάσεως (αρχή και τέλος αυτού) τα αποδεικτικά μέσα κατά το είδος τους (μάρτυρες, έγγραφα, απολογία κατηγορουμένου), από τα οποία το Δικαστήριο συνήγαγε τα περιστατικά που εκτέθηκαν και οδηγήθηκε στην καταδικαστική του κρίση, ενώ δεν υπήρχε κατά νόμο, ανάγκη να τα παραθέσει αναλυτικά και να εκθέσει τι προκύπτει χωριστά από το καθένα από αυτά.
Ειδικότερα αναφέρονται με σαφήνεια και πληρότητα στο αιτιολογικό σε συνδυασμό με το διατακτικό της προσβαλλόμενης απόφασης: α)πόσο ήταν το υπηρεσιακό καθήκον του αναιρεσείοντος που υπηρετούσε ως Διευθυντής στην Α'......"Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ", το οποίο είναι ν.π.δ.δ. και ενταγμένο στο...και στο οποίο τα νοσήλια και οι λοιπές επιβαρύνσεις για τις εργαστηριακές και κλινικές εξετάσεις παρέχονταν κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα (Αύγουστο 2003) δωρεάν στους ασφαλισμένους σε διάφορους ασφαλιστικούς φορείς (καλυπτόμενα απ' αυτούς), β)η από δόλο παράλειψη του αναιρεσείοντος να προβεί στην προγραμματισμένη στεφανιογραφία του ασθενούς..., με την αβάσιμη δικαιολογία ότι υπήρχε αδυναμία κάλυψης του ασθενούς αυτού από ιατρούς της...προαναφερόμενου νοσοκομείου, σε περίπτωση κάποιας επιπλοκής, και η υπόδειξη του να μεταβεί προς αντιμετώπιση του προβλήματος υγείας του (διενέργεια στεφανιογραφίας) στη...και στον ασκούντα εκεί ελεύθερο επάγγελμα θωρακοχειρούργο..., με σκοπό να προσπορίσει στους ιδιοκτήτες της Γ……..ΚΛΙΝΙΚΗΣ παράνομο όφελος ως συνέπεια της παραβάσεως του καθήκοντος (να προσφέρει δωρεάν τις υπηρεσίες του) από τον αναιρεσείοντα, συνιστάμενο στην αμοιβή που θα καταβαλλόνταν από τον ασθενή για την περίθαλψη σε αυτή και για όλες τις μέλλουσες να επακολουθήσουν υπηρεσίες σ' αυτόν, ενώ δεν θα υποβάλλονταν στη δαπάνη αυτή νοσηλευόμενος δωρεάν στο νοσοκομείο "Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ".
Επομένως οι συναφείς από το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' και Ε' του ΚΠΔ λόγοι αναίρεσης της κρινόμενης αιτήσεως αναίρεσης, με τους οποίους πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και για εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή των ανωτέρω ουσιαστικών ποινικών διατάξεων που εφαρμόστηκαν είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Οι λοιπές αιτιάσεις του αναιρεσείοντος, με τις οποίες, υπό την επίκληση του λόγου ελλείψεως ειδικής αιτιολογίας, πλήττεται η από το Δικαστήριο της ουσίας εκτίμηση των αποδείξεων, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτες, αφού ανάγονται στην αναιρετικά ανέλεγκτη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας.
Περαιτέρω ο λόγος περί εσφαλμένης εφαρμογής του άρθρου 259 του ΠΚ λόγω μη αναφοράς της ποινικής διατάξεως από την οποία απορρέει η υποχρέωση του αναιρεσείοντος ως δημοσίου λειτουργού να εξασφαλίζει την παροχή των ιατρικών υπηρεσιών του αδαπάνος είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, αφού το υπηρεσιακό καθήκον του υπαλλήλου μπορεί να απορρέει και από αυτή ταύτη τη φύση της υπηρεσίας του υπαλλήλου, όπως συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση με τον αναιρεσείοντα, που ήταν τότε (Αύγουστο 2003) δημόσιος λειτουργός-ιατρός που όφειλε να παρέχει τις ιατρικές υπηρεσίες του στους περιθαλπόμενους και υποβαλλόμενους σε ιατρικές εξετάσεις στο κρατικό Νοσοκομείο "Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ" αμειβόμενος μόνο όπως προβλέπεται από το οικείο μισθολόγιο για τους ιατρούς του ΕΣΥ, χωρίς την καταβολή άλλης οποιαδήποτε μορφής ιδιαίτερης αμοιβής. Ακόμη, σε σχέση με τις επί μέρους αιτιάσεις του αναιρεσείοντος: α)ως προς την αναφορά του υπηρεσιακού καθήκοντος που αυτός παρέβη, σαφώς αναφέρεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η θέση που κατείχε στο ΓΝΘ "Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ" (διευθυντής της Α'...) και ότι με την ιδιότητα αυτή, ως δημόσιος λειτουργός-ιατρός του ΕΣΥ, είχε υποχρέωση να ενεργήσει την στεφανιογραφία στον ασθενή-ασφαλισμένο του ΙΚΑ..., προσφέροντας τις ιατρικές υπηρεσίες του δωρεάν, της σχετικής δαπάνης καλυπτόμενης από τον ασφαλιστικό φορέα του ως άνω ασθενούς, β)ως προς την θεμελίωση του υποκειμενικού στοιχείου του εγκλήματος για το οποίο καταδικάσθηκε ο αναιρεσείων, υπάρχει σαφήνεια και πληρότητα στην αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης με την αναφορά ότι αυτός παρέλειπε να προβεί στην προγραμματισμένη στεφανιογραφία του ασθενούς...με την πρόφαση ότι υπήρχε αδυναμία κάλυψης του από ιατρούς της...ανωτέρω νοσοκομείου στην περίπτωση κάποιας επιπλοκής και ανάγκης άμεσης χειρουργικής επέμβασης στον προαναφερόμενο ασθενή και υπόδειξε στο συγγενή του ασθενούς αυτού...να μεταβούν σε ιδιωτική κλινική και συγκεκριμένα στη...όπου υπηρετούσε ο γνωστός του ιατρός...και θα κατέβαλε τα νοσήλια και τις λοιπές δαπάνες για την περίθαλψη του στην κλινική και για όλες τις μέλλουσες να επακολουθήσουν ιατρικές υπηρεσίες και ενέργειες, ενώ παραμένοντας στο νοσοκομείο "Γ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ" και νοσηλευόμενος δεν θα υποβαλλόταν στις εν λόγω δαπάνες.
Τέλος οι εκ του άρθρου 510 παρ.1 στοιχ. Α και Η λόγοι αναίρεσης της κρινόμενης αιτήσεως αναιρέσεως είναι απορριπτέοι ως αόριστοι, καθόσον ουδαμώς αναφέρονται στην κρινόμενη αίτηση ξεχωριστά πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν τους δύο αυτούς αναιρετικούς λόγους (για απόλυτη ακυρότητα που συνέβη κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο και για υπέρβαση εξουσίας), αλλά περιστατικά που εμπίπτουν στο σύνολό τους στη θεμελίωση των άλλων δύο αναιρετικών λόγων (της έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας και της εσφαλμένης ερμηνείας και εφαρμογής του άρθρου 259 ΠΚ) που απορρίφθηκαν ως κατ' ουσίαν αβάσιμοι, κατά τα προεκτιθέμενα.
Μετά απ' όλα τα ανωτέρω και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναίρεσης για έρευνα, πρέπει να απορριφθούν στο σύνολό της η κρινόμενη αίτηση ως αβάσιμη και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθρο 583 παρ.1 ΚΠΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ Απορρίπτει την από 10 Ιουνίου 2010 αίτηση του...Α., κατοίκου ..., για αναίρεση της υπ' αριθμ. 1541/2010 αποφάσεως του...(Πλημμελημάτων) Θεσσαλονίκης. Και Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται σε διακόσια πενήντα (250) ευρώ. Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 5 Απριλίου 2011. Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 17...2011. Η ΠΡΟΕΔΡΕΥΟΥΣΑ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
(ΠΗΓΗ: WWW.LAWNET.GR) |